Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο

Απάντηση Σεβασμιωτάτου-Σχολιασμός στην Εφημερίδα ΠΑΤΡΙΣ Πύργου για το άρθρο "ο φόβος του θανάτου"

Προς τον αξιότιμον Διεθυντήν της Εφημερίδος ΠΑΤΡΙΣ

Ενταύθα

 

Αξιότιμε κ. Διευθυντά,

Εδιάβασα σήμερα ( 28-3-2019 ) το άρθρον του κ. Θανάση Χαϊκάλη με τον τίτλον « ο φόβος του θανάτου » , όπως κάνω κάθε φορά, γιατί πράγματι ο κ.Χαϊκάλης γράφει πάντοτε εποικοδομητικά , και θέλω ιδιαίτερα να τον συγχαρώ.

Επειδή όμως το θέμα του θανάτου είναι από τα σπουδαιότερα θέματα της θεολογίας και ο κ. Χαϊκάλης δεν είναι ειδικός σ’αυτά , θέλω δια της παρούσης μου να δώσω στους αναγώστες την θεολογική άποψι περί του θανάτου .

1. Εν πρώτοις πρέπει να αναφέρω, ότι η Εκκλησία μας διδάσκει πως το κακόν και ο θάνατος στον άνθρωπο δεν προέρχονται από τον Θεόν. Ο Θεός έπλασε τον άνθρωπον με σώμα και ψυχή και με  όλα τα χαρίσματα του ελεύθερου και λογικού ανθρώπου με την δυνατότητα να μη πεθάνη ποτέ, αλλά να ζη αιώνια και χαρούμενα στον Παράδεισο. Με μία προϋπόθεσι, ότι θα έμενε ενωμένος με τον Θεόν Δημιουργόν του , που είναι η πηγή της ζωής και της χαράς της ζωής. Οι Πρωτόπλαστοι, παραπλανηθέντες από τον Σατανά, εδιάλεξαν να παραβούν την εντολήν του Θεού, απομακρύνθηκαν από τον Θεόν και έτσι έφυγαν και από τον Παράδεισον, ευρέθηκαν στα αγκάθια και στα τριβόλια της ζωής και ωδηγήθηκαν στον θάνατον ( Γένεσις Β 15- Γ 20 ).

Όμως και ο θάνατος θεωρείται από την Εκκλησία μας ως ευεργεσία του Θεού στον άνθρωπον, διότι επετράπη από τον Θεόν, « ίνα μη το κακόν αθάνατον γένηται » . Φαντασθήτε με πόσους πόνους και με τι βάσανα θα ζούσε ο άνθρωπος αιώνια ως άρρωστος μέσα στα αγκάθια και στην φθορά. Η ανθρωπότητα θα ήτο τότε μια αληθινή κόλασι. Γιαυτό και πολλοί, όταν βλέπουν να υποφέρη κάποιος συνάνθρωπός μας, λένε ας τον αναπαύση ο Θεός, δηλαδή εύχονται να πεθάνη. Η όταν πεθαίνη μέσα στους πόνους, λένε τον ανάπαυσε ο Θεός. Είναι αυτή η πράξις του Θεού, που μετά την παράβασι των Πρωτοπλάστων, ενέδυσε αυτούς  με « δερμάτινους χιτώνες » ( Γένεσις Γ 21 -24).

2. Κατά την Εκκλησίας μας ο άνθρωπος επλάσθη από τον Θεόν με σώμα και ψυχή. Μετά τον θάνατον το σώμα του ανθρώπου διαλύεται και επιστρέφει εις « την γην εξ ης ελήφθη», η δε ψυχή του επιστρέφει και πάλιν εις τον Θεόν , από τον Οποίον έλαβε την αρχήν δια της πνοής του ( Γένεσις Β 7 ) , αναμένοντας την Ανάστασι των σωμάτων για να ξαναενωθούν με την ψυχή τους και να περιμένουν την Β Παρουσία του Χριστού δια την τελική κρίσι.

3. Όμως, όπως κάθε πατέρας αγαπάει τα παιδιά του, έτσι και ο Θεός Πατέρας υποσχέθηκε στους Πρωτοπλάστους, ότι θα στείλη τον Σωτήρα και Λυτρωτήν των ανθρώπων, τον Μονογενή του Υιόν , τον Ιησούν Χριστόν ( Γένεσις Γ 15) . Έτσι « ότε ήλθε το πλήρωμα του χρόνου απεστάλη ο άγγελος Γαβριήλ υπό του Θεού ..προς την Παρθένον Μαρίαν ..... και προς αυτήν είπεν Χαίρε κεχαριτωμένη Μαρία ο Κύριος μετά σου .... εύρες γαρ χάριν παρά Θεώ , και ιδού συλλήψη εν γαστρι και τέξη υιόν και καλέσης το όνομα αυτού Ιησούν ....» ( Λουκά 26-56) .

Είναι αυτό που έλεγαν και οι Αρχαίοι Έλληνες με τον μύθον της Πανδώρας . Δηλαδή ότι οι Θεοί όλα τα κακά τα έκλεισαν σ’ένα κουτί , και το έδωκαν στην Πανδώρα να το φυλάη και να μη το ανοίξη , γιατί αν το ανοίξη θα βγούνε όλα τα κακά και θα τους  βασανίζουν στη  ζωή. Η  Πανδώρα παρέβη την εντολήν των θεών, άνοιξε το κουτί και βγήκαν όλα τα κακά στον κόσμον. Είχε μείνη μέσα όμως η ελπίδα! ! Δηλαδή ότι θα έλθη ο Σωτήρας.

Έτσι από την αρχαιότητα όλοι οι άνθρωποι όλων των εποχών ανέμεναν τον Λυτρωτήν και Σωτήρα . Σας θυμίζω από τους Έλληνες την Τραγωδία του Αισχύλου « Ο Προμηθέας Δεσμότης». Κατά τον Τραγωδόν , στον καρφωμένον στον Καύκασο και βασανιζόμενον Προμηθέα, λέει ο Ερμής : « Εκεί θα είσαι καρφωμένος και θα βασανίζεσαι μέχρις ότου σε λυπηθούν οι θεοί και στείλουν κάποιον και πάρη την θέσιν σου ».

Εμείς οι Χριστιανοί λοιπόν πιστεύουμε , ότι ήλθε ο Σωτήρας και Λυτρωτής Ιησούς Χριστός, ανέβηκε στον Σταυρό, αντί ημών των ανθρώπων, κατέβηκε στον Άδη και ανεστήθη , συναναστήσας και όλους τους απ’αιώνος κεκοιμημένους. Δια της αναλήψεώς του δε ωδήγησε ολόκληρο το ανθρώπινο γένος και πάλιν εις τα δεξιά του Θεού και Πατρός, στην αιώνια Βασιλεία Του , ώστε εκεί να ζη ο άνθρωπος αιώνια.

4. Η Εκκλησία μας δέχεται την μετά θάνατον ζωήν, όπως την εδέχοντο και οι αρχαίοι Έλληνες και άλλοι Λαοί. Σας θυμίζω τον Σωκράτη, που όταν οι Μαθηταί του προσπαθούσαν, φιλοδωρώντας τους φύλακες, να τον απαλλάξουν από τον θάνατον, εκείνος τους είπε « Που ξέρετε αν η άλλη ζωή είναι καλύτερη από αυτήν ; ». Και οι Αιγύπτιοι γιαυτό εταρίχευαν τους Βασιλείς τους. Γιατί επίστευαν στην μεταθάνατον ζωήν.

5. Και κάτι τελευταίο. Ο Θεός με τον θάνατον δεν φέρνει στους Χριστιανούς ανθρώπους, φόβον , ΟΧΙ . Απεναντίας με τον θάνατον θέλει αφ’ενός μεν να τους βοηθάη να αντιμετωπίζουν πολύ καλύτερα και ανετώτερα τις δυσκολίες της παρούσης ζωής, αφού ελπίζουν στην άλλη αιώνια και χαρούμενη ζωή στον Παράδεισο του Θεού και αφ’ετέρου κάνει τον άνθρωπον να ολοκληρώνεται και να γίνεται άνθρωπος πραγματικός, ως αυτός που με αναμμένο το φανάρι του έψαχνε να βρη ο Διογένης μες στο ηλιόλουστο  μεσημέρι στην αγορά της Αθήνας  ως είναι οι άγιοί της Εκκλησίας μας, που είναι ωφέλιμοι για τον εαυτόν τους και τους συνανθρώπους των.

Γιαυτό και η Εκκλησία μας συνιστά να μη φοβόμαστε τον θάνατον, αλλά να τον θυμόμαστε πάντοτε, για να γινόμαστε καλύτεροι.

Με ευχές , ευχαριστίες και εκτίμησι

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ

† Ο Ηλείας ΓΕΡΜΑΝΟΣ